Menu
Ο Έλληνας πρωθυπουργός και η Κύπρος

Ο Έλληνας πρωθυπουργός και η Κύπρος

Γράφει: Νίκος Κατσουρίδης...

Πυραυλική επίθεση του Ιράν στο Ισραήλ

Πυραυλική επίθεση του Ιράν στο Ισρα…

• Χτυπήθηκε η μεγαλύτερη ...

Το ... μαντείο της MONOPOLI

Το ... μαντείο της MONOPOLI

Της Λιάνας ΚΑΝΕΛΛΗ* Ηθελ...

Σάμιουελ Μπέκετ: Ένας αναμορφωτής του θεάτρου

Σάμιουελ Μπέκετ: Ένας αναμορφωτής τ…

Σάμιουελ Μπέκετ, Ιρλανδός...

Μέση Ανατολή: «Λάδι στη φωτιά» της έντασης από το κράτος  - δολοφόνο του Ισραήλ

Μέση Ανατολή: «Λάδι στη φωτιά» της …

«Λάδι στη φωτιά» της έντα...

Η Έλλη Λαμπέτη διαβάζει Καβάφη

Η Έλλη Λαμπέτη διαβάζει Καβάφη

Σαν σήμερα,  13 Απριλίου ...

Το Ισραήλ βομβαρδίζει Γάζα και Λίβανο

Το Ισραήλ βομβαρδίζει Γάζα και Λίβα…

Δολοφονική επίθεση Ισραηλ...

Όταν ο βασιλιάς Εδουάρδος Β΄ απαγόρευσε το ποδόσφαιρο στο Λονδίνο

Όταν ο βασιλιάς Εδουάρδος Β΄ απαγόρ…

Από Ανδρέας Δενεζάκης* Α...

75 χρόνια ΝΑΤΟ και Ελλάδα

75 χρόνια ΝΑΤΟ και Ελλάδα

Από Γιάννης Ντουνιαδάκης*...

Θάνος Μικρούτσικος: Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία

Θάνος Μικρούτσικος: Χόρεψε πάνω στο…

Ο Θάνος Μικρούτσικος γενν...

Prev Next

«Κράτος δικαίου» και «ισονομία» για την εργατική τάξη δεν υπήρξαν ποτέ στον καπιταλισμό

«Κράτος δικαίου» και «ισονομία» για την εργατική τάξη δεν υπήρξαν ποτέ στον καπιταλισμό
Γράφει: Μάκης Μαΐλης*

Ο συσχετισμός δυνάμεων στη μεταπολεμική Ελλάδα, παρά τις αρνητικές εξελίξεις από την ήττα του Δεκέμβρη 1944 και τη Συμφωνία της Βάρκιζας, συνέχιζε να γέρνει υπέρ του ΚΚΕ και του ΕΑΜ. Αυτό το γεγονός, αν δεν αποτελούσε τροχοπέδη, οπωσδήποτε δυσκόλευε σημαντικά την επιχειρούμενη ανασυγκρότηση του αστικού κράτους και το ξεπέρασμα του κλονισμού που είχε υποστεί η αστική εξουσία στη διάρκεια της Κατοχής. Για τη διαμόρφωση του παραπάνω συσχετισμού δυνάμεων, πρέπει να συνυπολογιστεί και η συνεχιζόμενη πολιτική και ηθική φθορά που είχε υποστεί ο αστικός πολιτικός κόσμος την Κατοχή, όπου ένα τμήμα του συνεργάστηκε με τους κατακτητές, ένα άλλο (το φιλοαγγλικό) έφυγε από την Ελλάδα, ένα τρίτο απείχε από την πολιτική δράση, ενώ ένα τέταρτο, επίσης φιλοαγγλικό, συνεργαζόταν και με τους Γερμανούς. Επρόκειτο για γεγονότα που βάραιναν στη λαϊκή συνείδηση.

Στον τότε συσχετισμό δυνάμεων, όσον αφορά την κατάσταση του ΚΚΕ και του ΕΑΜικού κινήματος, είναι χαρακτηριστικά τα εξής στοιχεία:

Η οργανωμένη δύναμη του ΚΚΕ ανερχόταν σε 45.000 μέλη, όμως 250.000 μέλη επιπλέον είχαν περάσει στο Αγροτικό Κόμμα με απόφαση του ίδιου του ΚΚΕ. Κακώς μεν, αλλά εν πάση περιπτώσει ήταν μια μεγάλη δύναμη δίπλα στο ΚΚΕ. Ο «Ριζοσπάστης» και η «Ελεύθερη Ελλάδα» ήταν πρώτες σε κυκλοφορία εφημερίδες. Στο εργατικό συνδικαλιστικό κίνημα πλειοψηφούσε συντριπτικά ο ΕΡΓΑΣ. Στους συλλόγους του ΕΛΑΣ ήταν γραμμένοι δεκάδες χιλιάδες ΕΛΑΣίτες που συμμετείχαν μαχητικά στις εκδηλώσεις, ενώ η ΕΠΟΝ συνέχιζε να συσπειρώνει μερικές εκατοντάδες χιλιάδες μέλη.

Η καταστολή ήταν μονόδρομος για την καπιταλιστική ανασυγκρότηση

Λόγω αυτού του συσχετισμού, λοιπόν, η καπιταλιστική ανασυγκρότηση δεν μπορούσε παρά να έχει ως κύρια βάση της και προϋπόθεση την εφαρμογή της πιο άγριας κρατικής καταστολής. Η καταστολή ήταν μονόδρομος για την αστική τάξη.

Ο ίδιος συσχετισμός δυνάμεων, ωστόσο, επέβαλε στις αστικές πολιτικές δυνάμεις και στους Εγγλέζους να ακολουθούν ταυτόχρονα και ευέλικτη τακτική, επίσης με στόχο να αποδυναμώσουν τη λαϊκή υποστήριξη στο ΚΚΕ και στο ΕΑΜ. Οι αστικές κυβερνήσεις, έχοντας τη νομική στήριξη του Συμβουλίου της Επικρατείας, νεκρανάστησαν το Σύνταγμα του 1911, που είχε καταργήσει η δικτατορία της 4ης Αυγούστου, δηλαδή επέλεξαν το δρόμο της κατ' επίφασιν αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.

Έτσι, ενώ το ΚΚΕ και το ΕΑΜ γίνονταν αποδεκτά ως νόμιμες δυνάμεις, ταυτόχρονα χιλιάδες μέλη και οπαδοί τους υφίσταντο τη δολοφονική δίωξη. Βέβαια, ανάλογα με το βαθμό όξυνσης της ταξικής πάλης, οι «δόσεις» του μαστίγιου και του καρότου άλλαζαν. Για παράδειγμα, μετά το Σεπτέμβρη 1947, όταν το ΚΚΕ αποφάσισε τη γενίκευση του ένοπλου αγώνα, απαγορεύτηκε η κυκλοφορία του «Ριζοσπάστη» και της «Ελεύθερης Ελλάδας».

Από το 1945 και έως το πρώτο εξάμηνο του 1946, το νομικό βάθρο της «νέας» συνταγματικής τάξης αποτελούσε η Συμφωνία της Βάρκιζας, της οποίας το άρθρο 3 «περί αμνηστίας» άφηνε ορθάνοικτη την πόρτα για το ανελέητο κυνηγητό των κομμουνιστών και ΕΑΜιτών. Ακολούθησαν και άλλα διατάγματα δίωξης.

Η εφαρμογή αυτού του θεσμικού πλαισίου στηρίχθηκε στους κρατικούς μηχανισμούς που λειτουργούσαν στα χρόνια της Κατοχής καθώς και σε νέους που διαμορφώνονταν, στη βρετανική στρατιωτική παρουσία, αλλά και στην ετοιμότητα και την εμπειρία των αστών πολιτικών και στρατιωτικών παραγόντων.

Τα όργανα που ανέλαβαν να δράσουν εναντίον της πλειοψηφίας του ελληνικού λαού, είτε κρατικά είτε συμμορίες παρακρατικών, ήταν ήδη δοκιμασμένα και με «περγαμηνές» στην αντικομμουνιστική δράση από την περίοδο της Κατοχής (ταγματασφαλίτες, ΕΔΕΣίτες, ΠΑΟτζήδες κ.λπ.).

Αξιοσημείωτη είναι η σχέση των ανά την επικράτεια παρακρατικών συμμοριών με το επίσημο κράτος και τους Βρετανούς. Μετά τον αφοπλισμό του ΕΛΑΣ, κύριοι επιτηρητές του οποίου ήταν οι Βρετανοί, οι αποθήκες άνοιξαν και τα παραδομένα όπλα του ΕΛΑΣ μοιράστηκαν στους υπερασπιστές του «εθνικού αγώνα».

Πρωταρχικό και καίριας σημασίας ζήτημα, που έπρεπε η αστική τάξη να επιλύσει το ταχύτερο, ήταν η δημιουργία ισχυρού και πολυάριθμου στρατού. Τα στρατιωτικά αποσπάσματα, υπό τον Κωνσταντίνο Βεντήρη, που είχαν μεταφερθεί από τη Μέση Ανατολή (4.000 - 5.000 άνδρες) καθώς και οι ταγματασφαλίτες ναι μεν αποτελούσαν τη βάση για τη δημιουργία του νέου στρατού και θα γίνονταν ο σκληρός πυρήνας του, όμως ήταν δυνάμεις τελείως ανεπαρκείς. Το κενό κάλυπτε ο βρετανικός στρατός, ως λύση αναγκαστική και πολύ προσωρινή.

Το πρώτο βήμα προς την ανασύσταση του αστικού στρατού είχε γίνει με την ίδρυση ταγμάτων Εθνοφυλακής αμέσως μετά την απελευθέρωση. Σύντομα η συνολική δύναμη της Εθνοφυλακής έφτασε τους 60.000 άνδρες. Έως το Μάρτη του 1946, η Εθνοφυλακή αναπτύχθηκε σε όλη την Ελλάδα.

Παράλληλα ανασυγκροτήθηκε η Χωροφυλακή. Όσες μονάδες της απέμειναν μετά το Δεκέμβρη, αποτέλεσαν τη βάση για την ανασύστασή της.

Τον Οκτώβρη του 1946, συγκροτήθηκαν οι Μονάδες Ασφαλείας Υπαίθρου (ΜΑΥ) και οι Μονάδες Αποσπασμάτων Δίωξης (ΜΑΔ). Οι ΜΑΥ ανέλαβαν τη φύλαξη των χωριών, ενώ οι ΜΑΔ, μαζί με τη Χωροφυλακή και το στρατό, την καταδίωξη των αντάρτικων ομάδων. Η δράση τους ήταν αιμοσταγής.

Υπήρχε η δυνατότητα νίκης των εργατικών - λαϊκών δυνάμεων

Η περίοδος έως τα μέσα του 1946 σίγουρα ήταν πολύ δύσκολη για το Κόμμα μας και το ΕΑΜικό κίνημα. Όμως υπήρχαν δυνατότητες για τις εργατικές - λαϊκές δυνάμεις να νικήσουν, αν το Κόμμα έπαιρνε έγκαιρα την πρωτοβουλία μιας γενικευμένης εξέγερσης, όχι για να υπάρξουν οι λεγόμενες ομαλές δημοκρατικές εξελίξεις, αλλά για να κατακτήσει η εργατική τάξη την εξουσία. Μιλάμε πάντα για δυνατότητες και όχι για βεβαιότητα.

Υπογραμμίζεται ότι ο τότε συσχετισμός δυνάμεων συνυπήρχε με τις συνθήκες επαναστατικής κατάστασης που είχαν διαμορφωθεί στην Ελλάδα από τις μέρες της απελευθέρωσης. Δίχως να έχουν τον ίδιο βαθμό όξυνσης, και το 1945-1946, με το βαθμό όξυνσης που είχαν το 1944-1945, οι συνθήκες επαναστατικής κατάστασης συνέχιζαν να υπάρχουν, όπως αποδεικνύουν τα εξής στοιχεία:

1. Η μεγάλη αστάθεια του αστικού πολιτικού συστήματος σε συνάρτηση με τις οξύτατες ενδοαστικές αντιθέσεις. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 1945 σχηματίστηκαν 6 κυβερνήσεις, ενώ όλη τη χρονιά διεξαγόταν σύγκρουση ανάμεσα στις αστικές μερίδες σχετικά με το πότε θα γίνουν και με ποιο εκλογικό σύστημα οι βουλευτικές εκλογές, καθώς και το αν θα γίνουν πρώτα αυτές ή πρώτα το δημοψήφισμα για το πολιτειακό. Μια ορισμένη ισορροπία επήλθε τους πρώτους μήνες του 1946 και μετά από σθεναρή παρέμβαση του αγγλικού παράγοντα. Ταυτόχρονα, η αστική τάξη ναι μεν είχε επιλέξει την κοινοβουλευτική μορφή διακυβέρνησης, διέθετε όμως ως εφεδρική λύση την επιβολή στρατιωτικής δικτατορίας.

2. Μαζί με την απροθυμία χιλιάδων στρατιωτών καθώς και εκατοντάδων αξιωματικών να χτυπήσουν το ΕΑΜικό κίνημα, καταγράφεται η δυνατότητα που υπήρχε πλατιά τμήματα του στρατού να προσχωρήσουν και να πρωτοστατήσουν σε μια γενικευμένη ένοπλη εξέγερση, λόγω της ισχυρής οργανωμένης παρουσίας του ΚΚΕ και του ΕΑΜ στο στρατό.

3. Αντίστοιχα, είχε αρχίσει και απλωνόταν η ένοπλη αντίσταση μερικών χιλιάδων ΕΑΜιτών και ΕΛΑΣιτών καταδιωκόμενων, που είχαν καταφύγει στα βουνά, ενώ χιλιάδες ήταν εκείνοι που επιδίωκαν να εξοπλιστούν. Ταυτόχρονα, οι ανελέητες διώξεις και συνολικά η αιματηρή τρομοκρατία, στον ένα χρόνο από τη Συμφωνία της Βάρκιζας, δυνάμωναν και πλάταιναν την πεποίθηση ότι δεν υπήρχε άλλη διέξοδος από τον ένοπλο αγώνα.

Επιβεβαιώθηκε ακόμα μια φορά ότι οι ταξικές αντιθέσεις, όταν φτάσουν στο σημείο βρασμού, δεν αφήνουν κανένα περιθώριο για ισορρόπηση των αντιτιθέμενων συμφερόντων. `Η θα υπάρξει έγκαιρη ολόπλευρη προετοιμασία, για να φτάσει η αντιπαράθεση στη νίκη, ή διαφορετικά το λαϊκό κίνημα θα οδηγηθεί σε βέβαιη ήττα.

Το Γ' Ψήφισμα και η ίδρυση των στρατοδικείων

Ακριβώς αυτήν τη χρονική στιγμή η αστική τάξη πήρε δύο αποφασιστικής σημασίας μέτρα. Το πρώτο ήταν οι βουλευτικές εκλογές βίας και νοθείας του Μάρτη 1946, από τις οποίες το ΚΚΕ και το ΕΑΜ σωστά έκαναν που απείχαν, αλλά δεν συνέδεσαν την αποχή με ένοπλη γενική σύγκρουση, αφήνοντας έτσι εκ των πραγμάτων να κυλάει ο χρόνος σε βάρος τους. Το δεύτερο και πιο αποτελεσματικό μέτρο που πήρε η αστική τάξη αμέσως μετά, τον Ιούνη 1946, ήταν το Γ' Ψήφισμα. Με αυτά τα μέτρα είχε ανοίξει και ο δρόμος για την επιστροφή του βασιλιά. Το δημοψήφισμα που ακολούθησε ήταν η τυπική επισφράγιση όσων προηγήθηκαν.

Το Γ' Ψήφισμα «περί εκτάκτων μέτρων αφορώντων την Δημοσίαν τάξιν και ασφάλειαν του Κράτους» θέσπιζε την ποινικοποίηση μιας σειράς ενεργειών επικίνδυνων για τη δημόσια ασφάλεια.

Οι κομμουνιστές και οι ΕΑΜίτες αντιμετωπίζονταν ως εξωτερικοί εχθροί, ως ΕΑΜοβούλγαροι και «σλαβοκομμουνιστές», ως αντεθνικώς δρώντες.

Η ιδεολογία της «εθνικοφροσύνης» θα αποτελέσει την πολιτική ομπρέλα, κάτω από την οποία θα σταθούν όλες οι μερίδες της αστικής τάξης, τα λεγόμενα κεντρώα και δεξιά κόμματα, οικονομικοί παράγοντες, στρατιωτικοί φορείς.

Υλοποιήθηκε η ρήση του Γ. Παπανδρέου:

«...Έπειτα από την αυθόρμητον αποστασίαν του εαμοκομμουνισμού εξακολουθήσαμεν πάλιν το κήρυγμα: Δημοκρατικοί και Βασιλόφρονες εν ονόματι των κρισίμων περιστάσεων της Πατρίδος, αι οποίαι κατέστησαν κρισιμώτεραι με τον εμφύλιον πόλεμον: ΕΝΩΣΙΣ!...».

Έτσι, κοινοβουλευτικοί και πραξικοπηματίες, αγγλόφιλοι και δοσίλογοι, βασανιστές επί Μεταξά και φυγάδες στην Κατοχή, αδιάλλακτοι βενιζελικοί και βασιλόφρονες, πράκτορες διαφόρων μυστικών υπηρεσιών, σειρά διανοουμένων και εργατοπατέρων, αποδύθηκαν σε μια ιερή αντιλαϊκή συμμαχία, υπό την ηγεσία των Γ. Παπανδρέου, Σοφ. Βενιζέλου, Π. Κανελλόπουλου, Ν. Πλαστήρα, Εμμ. Τσουδερού, Πέτρου Βούλγαρη, Κ. Τσαλδάρη, Ναπ. Ζέρβα, Θεμ. Σοφούλη, Αρχιεπίσκοπου Δαμασκηνού και άλλων.

Βεβαίως, δεν επρόκειτο απλώς για πρόσωπα. Ο ταξικός - εκμεταλλευτικός χαρακτήρας της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας εύκολα χάνεται μέσα στην πληθώρα των επιμέρους γεγονότων της σύνθετης πραγματικότητας, αλλά και πολύ εύκολα αναδεικνύεται, αν η εργατική τάξη και τα φτωχά λαϊκά στρώματα μπορέσουν να δουν πίσω από τα χωριστά πρόσωπα και κόμματα, πίσω από τις φαινομενικά προσωπικές συμπεριφορές των ηγετικών πολιτικών παραγόντων, το κύριο: Την τάξη που αυτοί, όλοι μαζί και καθένας χωριστά, εκπροσωπούν και υπηρετούν.

Η επίθεση ήταν ενιαία, αλλά γινόταν από τα αστικά κόμμα με διαφοροποιήσεις. Για παράδειγμα, πολλοί βουλευτές απείχαν από την ψήφιση του Γ' Ψηφίσματος στη Βουλή, ενώ κάποιοι, αν και φανατικά αντικομμουνιστές, το καταψήφισαν, υποστηρίζοντας ότι επαρκούσε η υπάρχουσα νομοθεσία για ν' αντιμετωπιστεί ο «εσωτερικός εχθρός». Άλλοι, όπως ο Σοφούλης, διακήρυσσαν την πολιτική της συμφιλίωσης, εφόσον ο ΔΣΕ παρέδιδε τα όπλα. Και επειδή δεν τα παρέδιδε, κυβέρνηση υπό τον Σοφούλη ψήφισε αργότερα τον Α.Ν. 509.

Με βάση το Γ' Ψήφισμα, άρχισαν να ιδρύονται έκτακτα στρατοδικεία ανά την επικράτεια. Ήταν δικαστήρια πολιτικής σκοπιμότητας και αποτελούν μία από τις πολλές αποδείξεις της υποκρισίας για τη λεγόμενη ανεξάρτητη Δικαιοσύνη. Η Δικαιοσύνη, τότε και τώρα, σε όλες τις συνθήκες είναι ταξική. Δικάζονταν πολιτικοί αντίπαλοι με χαλκευμένες κατηγορίες. Εξάλλου, αρκούσε μία απλή δήλωση μετανοίας, για να σβηστεί αυτομάτως οποιαδήποτε κατηγορία, όσο βαριά και αν ήταν.

Το Φλεβάρη 1947 αποφασίστηκε η ίδρυση του στρατοπέδου της Μακρονήσου, που ξεκίνησε να λειτουργεί το Μάη του ίδιου χρόνου. Το ίδιο διάστημα λειτουργούσαν η Γυάρος, πολλοί άλλοι τόποι εξορίας και δεκάδες φυλακές.

Έχουμε φτάσει στη χρονική στιγμή που δεκάδες χιλιάδες μέλη του Κόμματος, του ΕΑΜ και της ΕΠΟΝ έχουν συλληφθεί, με τις πόλεις να έχουν δεχτεί το μεγαλύτερο πλήγμα. Οι αγωνιστές τους σε αυτές δίνουν πια μια άνιση μάχη, ακόμα πιο άνιση απ' ό,τι στα βουνά, και κάτω από τις πιο αντίξοες συνθήκες.

Χρειάζεται εδώ να συνυπολογιστούν και τα εξής: Ότι τις τότε συνθήκες στις πόλεις έκαναν ακόμα πιο δύσκολες η κούραση σειράς εργατικών - λαϊκών τμημάτων από την πολύχρονη σύγκρουση, η απογοήτευση άλλων ότι ο αγώνας χάθηκε καθώς και η ενσωμάτωση στις ανάγκες της επιβίωσης. Επομένως, είχαν αδυνατίσει κατά πολύ ή και μειωθεί τα λαϊκά στηρίγματα που είχε τα προηγούμενα χρόνια η ένοπλη λαϊκή πάλη. Επιπλέον, ο αγώνας τώρα δεν περιλάμβανε τα απελευθερωτικά χαρακτηριστικά που είχε στο παρελθόν. Ήταν μόνο ταξικός και μαζί με τις εγχώριες αστικές δυνάμεις ο ΔΣΕ είχε απέναντί του την υπεροπλία που εξασφάλιζαν οι ΗΠΑ και τα αμερικανικά δολάρια.

Ταυτόχρονα, για τη δίωξη των ηρωικών «Αυτοαμυνιτών» ή του ΔΣ των πόλεων, διευκόλυνε τους κρατικούς μηχανισμούς το γεγονός ότι ήταν στελέχη γνωστά από τη δράση τους στην Κατοχή και το Δεκέμβρη. Παράδειγμα, πολλοί είχαν καταφύγει στο Μπούλκες, όντας ήδη διωκόμενοι. Ωστόσο, θα ήταν άστοχη τυχόν κριτική ότι το ΚΚΕ δεν προετοίμασε νέα, μη «χτυπημένα» στελέχη για τον παράνομο μηχανισμό του, στο διάστημα που μεσολάβησε από την απελευθέρωση.

Τρεις μέρες μετά από την αναγγελία ίδρυσης της Προσωρινής Δημοκρατικής Κυβέρνησης, τέθηκαν εκτός νόμου το ΚΚΕ, το ΕΑΜ και η Εθνική Αλληλεγγύη, με βάση τον Α.Ν. 509 περί «Ασφαλείας του Κράτους, του πολιτεύματος, του κοινωνικού καθεστώτος και προστασίας των ελευθεριών των πολιτών».

Το καπιταλιστικό κράτος δεν μετατρέπεται σε φιλολαϊκό θεσμό

Η στελέχωση και γενικότερα η επάνδρωση των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους πραγματοποιήθηκε με την ένταξη σε αυτούς των πιο αντικομμουνιστικών στοιχείων, στο μεγαλύτερο βαθμό βασιλοφρόνων. Αυτό συνέβη, γιατί το 1944 η αστική εξουσία είχε φτάσει στο χείλος του γκρεμού και με τον ΔΣΕ γνώρισε το μεγαλύτερο κίνδυνο, ενώ το έμβλημα του αντικομμουνιστικού αγώνα έγινε η βασιλεία. Αρα το καπιταλιστικό συμφέρον επέβαλλε να δημιουργηθούν όλες εκείνες οι ασφαλιστικές δικλίδες, που θα καθιστούσαν την κρατική μηχανή άτρωτη και στην παραμικρή διείσδυση μη εγνωσμένων εθνικοφρόνων.

Βέβαια, συνήθως ξεχνιέται ότι τον αντικομμουνιστικό αγώνα διεξήγαγαν εγκληματώντας και μη βασιλόφρονες. Ακραιφνείς αντιβασιλικοί, όπως οι Πάγκαλος - Γονατάς, ήταν συνιδρυτές των Ταγμάτων Ασφαλείας και στη συνέχεια εκατοντάδες πήραν μέρος στον πόλεμο κατά του ΔΣΕ από υπεύθυνες θέσεις.

Από τότε - και με την πάροδο των χρόνων όλο και περισσότερο - από την πλευρά των «μη δεξιών» κομμάτων γινόταν λόγος για «το κράτος της Δεξιάς», ονομασία που κυριάρχησε και με δική μας ευθύνη σε κάποιο βαθμό. Αυτός ο ιδεολογικός - πολιτικός διαχωρισμός ουσιαστικά συγκάλυπτε τον πραγματικό ταξικό διαχωρισμό στην κοινωνία και έδινε τη δυνατότητα στην αστική πολιτική να ενσωματώνει τις εργατικές και λαϊκές μάζες σε άλλες αστικές εναλλακτικές γραμμές, όπως του «Κέντρου», αργότερα του ΠΑΣΟΚ, που τασσόταν υπέρ του λεγόμενου «κράτους δικαίου» και της «ισονομίας». Βεβαίως, «κράτος δικαίου» και «ισονομία» στον καπιταλισμό δεν υπήρξαν για την εργατική τάξη, ούτε στη φάση που η αστική τάξη ήταν ανερχόμενη.

Η επιχειρηματολογία ενάντια στο λεγόμενο «κράτος της Δεξιάς» περιέχει μια λογοκοπία, που εμφανίζει το αστικό κράτος ως τη συνισταμένη των επιμέρους κοινωνικών συμφερόντων και όχι ως όργανο της αστικής ταξικής κυριαρχίας, όπως είναι.

Η διαμάχη για το «κράτος της Δεξιάς» εντάσσεται στην ενδοαστική σύγκρουση για το ποιο κόμμα του κεφαλαίου θα έχει το πάνω χέρι στη διαχείριση του συστήματος. Και αποτέλεσε έναν από τους άξονες για να οικοδομείται το ψεύτικο δίπολο «συντήρηση - πρόοδος», σήμερα ΝΔ - ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ.

Ο χώρος των κρατικών μηχανισμών ήταν το πρωταρχικό και προνομιακό καθώς και το πιο εύκολο πεδίο για την ανάπτυξη των συμμαχιών της αστικής τάξης με τα μικροαστικά στρώματα. Με κεντρικό μοχλό την ανώτερη κρατική γραφειοκρατία και μέσω της αντικομμουνιστικής ιδεολογικής χειραγώγησης, της ατομικής βόλεψης, του φόβου και της υποταγής, όπου οδηγούσε λαϊκές μάζες ο καταναγκασμός στη νομιμοφροσύνη, το κράτος έγινε βασικός παράγοντας για την οργάνωση των κοινωνικών συμμαχιών της αστικής τάξης.

Στην αντιπαράθεση για το χαρακτήρα του κράτους ως κομματικού πήραν μέρος «υπέρ της προόδου» και οι κατά καιρούς οπορτουνιστικές δυνάμεις, καλλιεργώντας την αυταπάτη για από μέσα άλωση των κρατικών μηχανισμών, για την κατάκτηση του κράτους και τη μετατροπή του σε φιλολαϊκό θεσμό. Η ζωή έδειξε πόσο ουτοπική και επικίνδυνη ήταν αυτή η άποψη για το εργατικό κίνημα.

Ο καπιταλιστικός χαρακτήρας του κράτους στην Ελλάδα αποτυπώνεται νομικά στο ισχύον Σύνταγμα, που αποτελεί, όπως κάθε Σύνταγμα στον καπιταλισμό, την ανώτατη θεσμοθέτηση της αστικής βίας απέναντι στην εργατική τάξη και στα λαϊκά στρώματα. Το άρθρο του 120 παράγραφος 4 ορίζει τα εξής, όμοια με αυτά που όριζε το άρθρο 114 του προηγούμενου Συντάγματος:

«Η τήρηση του Συντάγματος επαφίεται στον πατριωτισμό των Ελλήνων, που δικαιούνται και υποχρεούνται να αντιστέκονται με κάθε μέσο εναντίον οποιουδήποτε επιχειρεί να το καταλύσει με τη βία».

Το καπιταλιστικό κράτος δεν γίνεται να αλλάξει χαρακτήρα, όπως δεν γίνεται συνολικά ο καπιταλισμός να γίνει ανθρώπινος. Αυτό το κρίσιμο συμπέρασμα προκύπτει και από τα τελευταία 44 χρόνια λειτουργίας της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Αυτήν την περίοδο σταθεροποιήθηκε και ισχυροποιήθηκε παραπέρα η θέση του ελληνικού καπιταλισμού. Επιπλέον, η ανάπτυξή του επέτρεψε μία πιο ουσιαστική ενσωμάτωσή του στο ευρωπαϊκό ιμπεριαλιστικό κέντρο, όπως διαμορφώθηκε με την ωρίμανση της ΕΟΚ σε ΕΕ. Το καπιταλιστικό κράτος μπορεί μόνο και πρέπει να τσακιστεί και να αντικατασταθεί από το εργατικό κράτος, το σοσιαλιστικό.

Δεν έχουν χάσει την επικαιρότητά τους τα λόγια του Λένιν, που έγραψε:

«Οι μορφές των αστικών κρατών είναι εξαιρετικά ποικίλες, η ουσία τους όμως είναι μία: Όλα αυτά τα κράτη, έτσι είτε αλλιώς, μα σε τελευταία ανάλυση υποχρεωτικά, είναι δικτατορία της αστικής τάξης».

Μελετάμε την Ιστορία μας, βγάζουμε συμπεράσματα που θωρακίζουν την ταξική πάλη

Το ΚΚΕ συμπληρώνει και τιμά τα 100 χρόνια ύπαρξης και δράσης του. Κλείνει ένας αιώνας σκληρών αγώνων και θυσιών μέσα σε όλες τις συνθήκες, ένας αιώνας μιας πορείας με ανόδους και πισωγυρίσματα. Το ΚΚΕ είναι περήφανο για την Ιστορία του, την τιμά και προσπαθεί να την μελετά αντικειμενικά, με σεβασμό, αλλά και δίχως εξωραϊσμό και ισοπέδωση, προκειμένου να αντλήσει συμπεράσματα που θωρακίζουν την ταξική πάλη σήμερα. Διδάγματα από την πορεία του ΚΚΕ και του διεθνούς κομμουνιστικού κινήματος ενσωμάτωσε το Κόμμα μας μέσα από συλλογικές διαδικασίες και διαμόρφωσε το νέο του Πρόγραμμα, την αντίληψή του για το σοσιαλισμό, που την αναγκαιότητα και την επικαιρότητά του επαναλαμβάνει σε όλους τους τόνους.

***

* Ο Μάκης Μαΐλης είναι μέλος της ΚΕ και υπεύθυνος του Τμήματος Ιστορίας της ΚΕ του ΚΚΕ. Το παρόν είναι ομιλία που έκανε σε μεγάλη εκδήλωση με θέμα τις δίκες του Έκτακτου Στρατοδικείου Θεσσαλονίκης, την οποία οργάνωσε την Κυριακή 29 Απρίλη η ΚΟ Κεντρικής Μακεδονίας. Η εκδήλωση πραγματοποιήθηκε στο αμφιθέατρο «Παναγιωτόπουλος» του Πολυτεχνείου Θεσσαλονίκης. Νωρίτερα, ο Γιώργος Σανίδας, πανεπιστημιακός καθηγητής, ιστορικός, παρουσίασε στοιχεία για το Έκτακτο Στρατοδικείο και αναφέρθηκε σε ορισμένες μεγάλες δίκες, που απασχόλησαν και το αστικό πολιτικό σύστημα και τον Τύπο και κατέληξαν σε θανατικές εκτελέσεις. Προβλήθηκε επίσης βίντεο για τις δίκες της Θεσσαλονίκης, με μαρτυρίες από τις δίκες και άλλο πολύτιμο υλικό.

• Στη φωτογραφία: Ο Μάκης Μαΐλης στο βήμα της εκδήλωσης

Ριζοσπάστης

Leave a comment

Make sure you enter all the required information, indicated by an asterisk (*). HTML code is not allowed.

back to top